Ιωάννης Λαζαρίμος (1849-1913), Καθηγητής Τοπογραφίας (1878-1913)

Γεννήθηκε στον Πειραιά με καταγωγή από την Ύδρα. Σπούδασε μηχανικός στο Παρίσι με υποτροφία του ελληνικού δημοσίου. Το 1877 γύρισε στην Ελλάδα και εργάστηκε ως μηχανικός του Δήμου Πειραιά και του λιμένα της πόλης. Στα σημαντικά έργα που εκτέλεσε στον Πειραιά περιλαμβάνονται το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, οι ναοί του Αγίου Κωνσταντίνου και Αγίου Νικολάου, σχολικά κτίρια (Γυμνάσιο Πειραιώς, Zάνnειο Ορφανοτροφείο), λιμενικά έργα, πλατείες (Πλατεία Κοραή) κ.ά.

Το 1878 διορίστηκε καθηγητής τοπογραφίας στο πολυτεχνείο (τότε Σχολείο των Τεχνών και αργότερα Σχολείο των Βιομηχάνων Τεχνών), θέση που διατήρησε μέχρι τον θάνατό του. Από το 1888 ήταν Υποδιευθυντής του πολυτεχνείου και το 1901-02, μετά τον θάνατο του Διευθυντή Α. Θεοφιλά ασκούσε καθήκοντα Διευθυντή. Ακόμη δίδαξε υδρογραφία και γεωδαισία στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων. Εξέδωσε τοπογραφικό σύγγραμμα (Χωρομετρία) μέσω του λιθογραφείου του πολυτεχνείου. Πέθανε στον Πειραιά.

Το λιθόγραφο σύγγραμμα Χωρομετρία του Λαζαρίμου (αναδημοσιευμένο από το λεύκωμα «Το Πολυτεχνείον Ευγνωμονούν» του ΤΕΕ και ΕΜΠ το 2007).

Επιμέλεια: Δ. Κουτσογιάννης & Δ. Λιάτης, 2021, Πηγές: (1) Ν.Κιτσίκης & Ε.Κοκκινόπουλος, Το Εθνικόν Μετσόβιον Πολυτεχνείον, Τεχνική Επετηρίς της Ελλάδος, ΤΕΕ, Αθήνα 1935. (2) Διατελέσαντες Διευθυνταί, Πρυτάνεις, Καθηγηταὶ, Τεχνικά Χρονικά, 16 (181), 87-114, 1939 (3) Γ. Νικ. Σαχίνης, Ο Αρχιτέκτονας Ιωάννης Λαζαρίμος .

Διαβάστε περισσότερα

Κωνσταντίνος Χ. Γεωργικόπουλος (1889-1961, Καθηγητής στο ΕΜΠ 1918-61)

Γεννήθηκε στην Πάτρα όπου περάτωσε και τις εγκύκλιες σπουδές του. Στο διάστημα 1905-08 σπούδασε στη Σχολή Πολιτικών Μηχανικών του ΕΜΠ. Κατά το διάστημα 1908-1915 σπούδασε στο Technische Hocheschule Munchen και πήρε δίπλωμα μηχανολόγου μηχανικού. Όταν επέστρεψε στην Ελλάδα διετέλεσε μηχανικός έλξεως των Θεσσαλικών σιδηροδρόμων (1916-17) και αργότερα γενικός γραμματέας του Υπουργείου Συγκοινωνίας (1920-22) και προϊστάμενος τεχνικών μελετών του Δήμου Αθηναίων (1930-32).

Εκλέχτηκε τακτικός καθηγητής στο ΕΜΠ της τεχνικής μηχανικής (1918-22) και στη συνέχεια της θεωρητικής μηχανικής. Διετέλεσε Κοσμήτορας της Σχολής Πολιτικών Μηχανικών (1919-21 και 1958-60). Διετέλεσε Πρύτανης του ΕΜΠ κατά την διετία 1937-1939 που συνέπεσε με τη συμπλήρωση της εκατονταετηρίδας από την ίδρυση του Πολυτεχνείου. Στην περίοδο 1927-28 διετέλεσε καθηγητής της σχολής εφαρμογής πυροβολικού. Στο διάστημα 1928-30 υπηρέτησε ως καθηγητής της φυσικομαθηματικής σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Έγραψε μελέτες, πραγματείες επί θεμάτων μηχανικής, φυσικομαθηματικών, μηχανολογίας κ.λπ.

Ο Κωνσταντίνος Γεωργικόπουλος, Πρύτανης του ΕΜΠ, με την ομάδα Μετσοβιτών που συμμετείχε στις εκδηλώσεις για την εκατονταετηρίδα του ΕΜΠ που συμπληρώθηκε το 1937 αλλά γιορτάστηκε το 1938 και το 1939.
Ο Κωνσταντίνος Γεωργικόπουλος, Πρύτανης του ΕΜΠ, με την ομάδα Μετσοβιτών που συμμετείχε στις εκδηλώσεις για την εκατονταετηρίδα του ΕΜΠ που συμπληρώθηκε το 1937 αλλά γιορτάστηκε το 1938 και το 1939.


Επιμέλεια: Δ. Λιάτης & Δ. Κουτσογιάννης, Ιούνιος 2017, Πηγή: Ν. Κιτσίκης και Ε. Κοκκινόπουλος, “Το Εθνικόν Μετσόβιον Πολυτεχνείον”, Τεχνική Επετηρίς της Ελλάδος, ΤΕΕ, Αθήνα 1935.

Διαβάστε περισσότερα

Άγγελος Γκίνης (1859-1928, Καθηγητής στο ΕΜΠ 1898-1928)

Γόνος αριστοκρατικής οικογένειας, γεννήθηκε στις Σπέτσες, και σπούδασε στα Πολυτεχνεία της Καλσρούης και της Δρέσδης, απ’ όπου πήρε δίπλωμα πολιτικού μηχανικού το 1881. Αμέσως μετά επέστρεψε στην Ελλάδα και εργάστηκε (1892-1920) ως μηχανικός σώματος δημοσίων έργων, νομομηχανικός και επιθεωρητής δημοσίων έργων. Διορίστηκε καθηγητής της Γεφυροποιίας στο Σχολείο Βιομηχάνων Τεχνών το 1898. Το 1904 ανέλαβε καθηγητής των λιμενικών και υδραυλικών έργων μέχρι το 1918, οπότε η έδρα χωρίστηκε σε δύο και ο Γκίνης παρέμεινε καθηγητής των λιμενικών έργων. Συνέταξε πολλές μελέτες δημόσιων έργων και τις μελέτες όλων σχεδόν των λιμένων της Ελλάδας.

Τον Δεκέμβριο του 1910, μετά την παραίτηση του προκατόχου του, ο Άγγελος Γκίνης ανέλαβε προσωρινά τη διεύθυνση του Πολυτεχνείου ως υποδιευθυντής, αλλά στη συνέχεια θα αναδειχθεί σε ηγέτη του ιδρύματος για πολλά χρόνια. Εμποτισμένος από το πνεύμα της γερμανικής παράδοσης στην οργάνωση των τεχνικών σπουδών θα συνδέσει την παρουσία του στη διεύθυνση με την ίδρυση νέων ανώτατων σχολών μηχανικών, με την απόπειρα διαμόρφωσης μιας πυραμίδας θεσμών τεχνικής εκπαίδευσης αλλά και εν γένει με το βενιζελικής έμπνευσης εγχείρημα εκσυγχρονισμού της χώρας. Ο οραματισμός και τα αλλεπάλληλα σχέδιά του για την αναδιοργάνωση του Ιδρύματος φαίνεται ότι προκάλεσαν αντιδράσεις και έτσι μέχρι το 1914 δεν θα πάρει επίσημα το αξίωμα του Διευθυντή.

Το 1912 εκδίδει φυλλάδιο με τον τίτλο «Τα του Σχολείου των Βιομηχάνων Τεχνών», στο οποίο σκιαγραφεί την υπάρχουσα κατάσταση του Σχολείου από την άποψη των υποδομών, των οικονομικών, του προγράμματος σπουδών, των εργαστηρίων, του διδακτικού προσωπικού κτλ. και εκθέτει τις σκέψεις του για τις προοπτικές και την αναγκαιότητα εξέλιξης του Πολυτεχνείου σε ανώτατο τεχνικό ίδρυμα. Στην κριτική που ασκεί στην υφιστάμενη δομή του ιδρύματος ξεκινά από το όνομα «Σχολείο Βιομηχάνων Τεχνών», το οποίο το χαρακτηρίζει ως «κακόηχο», προφανώς λόγω των συνειρμών που γεννούσε με το ταπεινό παρελθόν του σχολείου των τεχνιτών, ενώ αξιολογεί ανεπαρκή για την ανάπτυξη των τεχνικών επιστημών στην Ελλάδα και την ύπαρξη δυο μόνο ανωτάτων σχολών του Πολυτεχνείου. Σε επόμενο φυλλάδιο ο Γκίνης εισηγείται την ίδρυση του «Τεχνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου», το οποίο κατ’ αρχάς θα περιελάμβανε τρεις ανώτατες σχολές, Πολιτικών Μηχανικών, Μηχανολόγων και Αρχιτεκτόνων και δύο μέσες, Εργοδηγών και Γεωμετρών. Τον Οκτώβριο του 1913 σε νέο υπόμνημά του, το οποίο προσυπέγραφε και ο Σύλλογος των Καθηγητών, ο Γκίνης επανέφερε το αίτημα για την αναδιοργάνωση του Πολυτεχνείου. Το υπόμνημα εκτός από τις σχολές Πολιτικών, Μηχανολόγων και Αρχιτεκτόνων πρότεινε και Σχολές Χημικών, Μεταλλειολόγων και Δασολόγων. Πρότεινε ακόμη οι νέοι καθηγητές και ο Διευθυντής να εκλέγονται από το σύλλογο των διδασκόντων. Σχετικά με τη διοίκηση του Πολυτεχνείου πρότεινε ως ανώτερη διοικητική αρχή τη Σύγκλητο που θα περιελάμβανε τους υποδιευθυντές των σχολών (αντίστοιχους των σημερινών Κοσμητόρων) και τον Διευθυντή (αντίστοιχο του σημερινού Πρύτανη).

Το 1914 μια σειρά εξελίξεις στο πολιτικό και το θεσμικό πεδίο θα οδηγήσουν τελικά στην υλοποίηση των προτάσεων Γκίνη με την ψήφιση το Νοέμβριο του 1914 του νόμου 388, ο οποίος προέβλεπε την ίδρυση των Ανώτατων Σχολών. Με το πρώτο άρθρο του νόμου το Σχολείον Βιομηχάνων Τεχνών μετονομάζεται σε Εθνικόν Μετσόβιον Πολυτεχνείον και αναγνωρίζεται «ισότιμον με τα εν Αθήναις [Εθνικόν και Καποδιστριακόν] Πανεπιστήμια και ιεραρχικώς τίθεται αμέσως μετά τα Πανεπιστήμια ταύτα». Θα ακολουθήσει (με τη συμβολή του καθηγητή Νικολάου Κιτσίκη που κατείχε και τη θέση του Γενικού Διευθυντή Δημοσίων Έργων) η σύνταξη και ψήφιση ενός δεύτερου μεταρρυθμιστικού για το ΕΜΠ νόμου, του 980/1917, ο οποίος καθιέρωνε την πενταετή διάρκεια σπουδών στη Σχολή Πολιτικών Μηχανικών (ως τότε ήταν τετραετής), ίδρυε τις Σχολές Χημικών και Τοπογράφων Μηχανικών και οργάνωνε με ακαδημαϊκό τρόπο τη διοίκηση των Σχολών καθιερώνοντας το θεσμό των Κοσμητόρων, επικεφαλής των Σχολών, και της Συγκλήτου.

Αφού το 1914 γίνει και επίσημα Διευθυντής, ο Άγγελος Γκίνης εδραιώνοντας τη θέση του θα παραμείνει στην ηγεσία του ιδρύματος μέχρι το θάνατό του, το 1928, με μικρό διάλειμμα κατά το διάστημα 1920-1922, οπότε εξέπεσε του αξιώματος του Διευθυντή για πολιτικούς λόγους (μετά την ήττα του Βενιζέλου στις εκλογές του 1920 και την επιστροφή του Βασιλιά Κωνσταντίνου). Θα επανεκλεγεί πανηγυρικά μετά τη μικρασιατική καταστροφή, το 1922, και ξανά το 1925, παρ’ ότι δηλώνει «κουρασθείς και γηράσας», ζητώντας από το Σύλλογο Καθηγητών να εκλέξει νεότερο καθηγητή στη θέση του Διευθυντή.

Το 1926 με τη συντακτική πράξη ίδρυσης της Ακαδημίας Αθηνών, ο Άγγελος Γκίνης θα είναι ένα από τα 39 πρώτα ιδρυτικά τακτικά μέλη. Απεβίωσε στην Αθήνα δυο χρόνια μετά. Τα πανεπιστημιακά συγγράμματα που εξέδωσε, όπως Οδοποιία, Γραφική Στατική, Αντίστασις της Ύλης, Λιμενικά Έργα, και άλλα θα συνεχίσουν να διδάσκονται και μετέπειτα. Το «Κτίριο Γκίνη» του κεντρικού συγκροτήματος του ΕΜΠ, επί της οδού Στουρνάρη (βάσει σχεδίων του αρχιτέκτονα Κωνσταντίνου Κιτσίκη, απόφοιτου της γερμανικής σχολής του Berlin-Charlottenburg, νεότερου αδελφού του καθηγητή της Σχολής Νίκου Κιτσίκη), ονομάσθηκε έτσι στη μνήμη του Άγγελου Γκίνη.



Επιμέλεια: Δ. Κουτσογιάννης, Οκτώβριος 2016. Πηγές: (1) Ν. Κιτσίκης και Ε. Κοκκινόπουλος, “Το Εθνικόν Μετσόβιον Πολυτεχνείον”, Τεχνική Επετηρίς της Ελλάδος, ΤΕΕ, Αθήνα 1935, (2) Ι. Αντωνίου, “Οι Έλληνες Μηχανικοί – Θεσμοί και Ιδέες 1900-1940”, Βιβλιόραμα, 2006, (3) Βικιπαίδεια. Η εικόνα είναι ελαιογραφία του Γ. Ιακωβίδη από τη Συλλογή ΕΜΠ που δημοσιεύτηκε στο λεύκωμα «Το Πολυτεχνείον Ευγνωμονούν», ΤΕΕ και ΕΜΠ, 2007)

Διαβάστε περισσότερα

Ηλίας Γούναρης (1883-1954, Καθηγητής στο ΕΜΠ 1918-1951)

Γεννήθηκε στο Άργος. Σπούδασε κατ’ αρχάς Πολιτικός Μηχανικός (απόφοιτος 1904) στο Πολυτεχνείο της Αθήνας (κατόπιν Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο). Στη συνέχεια σπούδασε Μεταλλειολογία στη Λιέγη του Βελγίου (απόφοιτος του Université École Spéciale des arts et manufactures et des mines de Liège 1907). Στην αρχή της καριέρας του υπηρέτησε από το 1908-1910 ως Ορυκτολόγος του Υπουργείου Οικονομικών και από το 1910-1917 ως Επιθεωρητής Μεταλλείων και Διευθυντής της υπηρεσίας Μεταλλείων του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας.

Από το 1918-1930 ήταν έκτακτος καθηγητής και από 12/2/1930 τακτικός Καθηγητής της Μεταλλευτικής και Μεταλλουργίας στη Σχολή Πολιτικών Μηχανικών ΕΜΠ, διδάσκων του μαθήματος «Μεταλλευτικά Έργα». Χρημάτισε και Κοσμήτορας της Σχολής κατά τη διετία 1936-1938. Δίδαξε επίσης Μεταλλουργία και Μεταλλογνωσία στις υπόλοιπες Σχολές του ΕΜΠ. Επεξεργάστηκε τους Νόμους περί Μεταλλείων. Χρημάτισε επίσης Γενικός Διευθυντής της ΑΕ «Λατομεία Ψυχικού», Γενικός Γραμματέας του Συνδέσμου Ελλήνων Βιομηχάνων και Βιοτεχνών και της Ενώσεως Μεταλλευτικών και Μεταλλουργικών Επιχειρήσεων, Σύμβουλος της ΑΕ Νέα Εταιρεία Διώρυγας Κορίνθου, καθώς και του Ελληνικού Πυριτιδοποιείοu και Καλυκοποιείου. Έχει γράψει «Μεταλλευτική», «Μεταλλογνωσία και Μεταλλοτεχνία» που πρωτοεκδόθηκε το 1931 και επανεκδόθηκε ως «Μεταλλογραφία, Μεταλλογνωσία και Μεταλλοτεχνία» το 1948. Πολλές εργασίες του αφορούσαν σε στατιστικά στοιχεία της μεταλλευτικής-μεταλλουργικής δραστηριότητας της χώρας κατά το πρώτο μισό του 20ου αιώνα (1910-1950).


Επιμέλεια: Κώστας Τσακαλάκης & Δημήτρης Κουτσογιάννης, Νοέμβριος 2016, Πηγή: Ν. Κιτσίκης και Ε. Κοκκινόπουλος, “Το Εθνικόν Μετσόβιον Πολυτεχνείον”, Τεχνική Επετηρίς της Ελλάδος, ΤΕΕ, Αθήνα 1935.

Διαβάστε περισσότερα

Ματθαίος Καρλαύτης (1969-2014, Καθηγητής στο ΕΜΠ 2000-2014)

Γεννήθηκε το 1969 στην Αθήνα. Με σπουδές στο University of Miami και Purdue University των ΗΠΑ εξελέγη Λέκτορας το 2000 στον Τομέα Μεταφορών και Συγκοινωνιακής Υποδομής. Εξελίχθηκε σε Επίκουρο Καθηγητή το 2005 και σε Αναπληρωτή Καθηγητή το 2009.

Από νεότατη ηλικία κέρδισε την εκτίμηση και τον θαυμασμό της διεθνούς επιστημονικής κοινότητας για την ερευνητική του δραστηριότητα και το πλουσιότατο δημοσιευμένο έργο του σε πολλούς ερευνητικούς τομείς που σχετίζονται με τις μεταφορές και τις ποσοτικές μεθόδους ανάλυσης φυσικών και ανθρωπογενών διεργασιών. Συμμετείχε σε πολλά εθνικά, ευρωπαϊκά και διεθνή ερευνητικά προγράμματα και ήταν συν-συγγραφέας του διεθνούς best-seller βιβλίου Statistical and Econometric Methods for Transportation Data Analysis που αφορά τη στατιστική των μεταφορών και την οικονομετρία. Το δημοσιευμένο του έργο περιλαμβάνει περισσότερες από 350 εργασίες σε επιστημονικά περιοδικά, βιβλία, κεφάλαια σε βιβλία, πρακτικά συνεδρίων κ.ά., στις οποίες γίνονται περισσότερες από 5000 αναφορές (σύμφωνα με το Google Scholar). Γα το έργο του τιμήθηκε με διάφορα βραβεία όπως είναι το TRF (Transportation Research Forum) Paper of the year Award in Public Transportation το 1998, και το Walter L. Huber Civil Engineering Research Prize από την ASCE το 2005.

Μεταξύ άλλων διετέλεσε Editor-in-Chief του Transportation Research Part C, European Editor του ASCE Journal of Transportation Engineering, Associate Editor του ASCE Journal of Infrastructure Systems, μέλος του Editorial Advisory Board του Transportation Research Part E και μέλος του Editorial Board πολλών διεθνών περιοδικών όπως είναι τα Analytic Methods in Accident Research, Transportation, Modern Traffic and Transportation Engineering Research, Advances in Transportation Studies, Accident Analysis and Prevention, Transportation Letters, και IET Intelligent Transport Systems.

Δίδαξε μαθήματα μεταφορών και ανάλυσης συστημάτων σε μεταπτυχιακό και προπτυχιακό επίπεδο και επέβλεψε μεταδιδακτορικές έρευνες, διδακτορικές διατριβές και περισσότερες από πενήντα διπλωματικές εργασίες. Παράλληλα, είχε ηγετική θέση στην παγκόσμια επιστημονική κοινότητα, και ήταν ένας πολυτάλαντος άνθρωπος και μια πολύπλευρη και ακτινοβόλος προσωπικότητα.

Ο Μαθιός Καρλαύτης ήταν ιδιαίτερα αγαπητός στους φοιτητές και τους συναδέλφους του, ένα σημαντικό κεφάλαιο αλλά και πραγματικό κόσμημα της Σχολής που συνεισέφερε σημαντικά στην εξωστρέφειά της. Με το πλούσιο έργο του συνετέλεσε σημαντικότητα στην άνοδο της Σχολής στην ομάδα των κορυφαίων 50 Σχολών Πολιτικών Μηχανικών παγκοσμίως.

Πέθανε ξαφνικά στην Κω στις 4 Ιουνίου 2014, λίγο πριν την έναρξη του επιστημονικού συνεδρίου που οργάνωνε με τίτλο International Conference on Engineering and Applied Sciences Optimization (OPTI 2014). Σε ένα παράξενο παιχνίδι της μοίρας, η επιτροπή αξιολόγησης για την εξέλιξή του στη βαθμίδα του Καθηγητή στο αντικείμενο Ανάλυση και Προγραμματισμός Μεταφορικών Συστημάτων είχε προγραμματιστεί να συνεδριάσει στις 6 Ιουνίου, μια μέρα πριν οι συγγενείς, οι φίλοι του και η Σχολή τού πουν το τελευταίο αντίο. Τα μέλη της επιτροπής, αν και συγκλονισμένα από τον θάνατό του, προχώρησαν στην αξιολόγησή του και αποφάσισαν ομόφωνα την προαγωγή του στη βαθμίδα του Καθηγητή, ως ελάχιστη, αν και καθυστερημένη, αναγνώριση της προσφοράς του στη Σχολή και την παγκόσμια επιστημονική κοινότητα, και ως ένδειξη της ευγνωμοσύνης της Σχολής για τη συνεισφορά του.



Επιμέλεια: Νίκος Λαγαρός και Δημήτρης Κουτσογιάννης, Νοέμβριος 2016.

Διαβάστε περισσότερα

Αλεξάνδρα Κατσίρη (γ. 1945, Καθηγήτρια στο ΕΜΠ 1982-2012)

Η Αλεξάνδρα Κατσίρη γεννήθηκε στην Αθήνα στις 11 Αυγούστου του 1945. Αποφοίτησε από τη Σχολή Πολιτικών Μηχανικών ΕΜΠ το 1969. Έλαβε το δίπλωμα DIC in Public Health Engineering του Imperial College του Πανεπιστημίου του Λονδίνου το 1972, με υποτροφία από το Ίδρυμα Κρατικών Υποτροφιών, και το 1977 υποστήριξε διδακτορική διατριβή στο Πανεπιστήμιο Strathclyde της Γλασκόβης με θέμα την επίδραση μεταβαλλόμενων φορτίων στη συμπεριφορά και στη σταθερότητα του συστήματος της ενεργού ιλύος. Ξεκίνησε ως Επιστημονικός Συνεργάτης της Σχολής το 1982, και ακολούθως υπηρέτησε ως Λέκτορας (1982-1989), Επίκουρη Καθηγήτρια (1989-2001), Αναπληρώτρια Καθηγήτρια (2001-2009), Καθηγήτρια (2009-2012) και στη συνέχεια Ομότιμη Καθηγήτρια.

Το ερευνητικό της έργο εστιάζεται στην επεξεργασία υγρών αποβλήτων και ιλύος, στη μέτρηση της ρύπανσης των νερών και των ιζημάτων υδάτινων αποδεκτών, στη διαχείριση της ποιότητάς τους και στην εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων από ανθρωπογενείς δραστηριότητες. Έχει συγγράψει 120 άρθρα και έχει επιβλέψει 100 διπλωματικές εργασίες και 10 διδακτορικές διατριβές. Συμμετείχε σε 30 ερευνητικά προγράμματα, Ελληνικά και διεθνή, στα περισσότερα ως Επιστημονικός Υπεύθυνος. Σε μεταπτυχιακό επίπεδο είχε ενεργό συμμετοχή στην οργάνωση και λειτουργία του μεταπτυχιακού προγράμματος “Επιστήμη και Τεχνολογία Υδατικών Πόρων”. Στον χώρο των διεθνών συνεργασιών της Σχολής, ήταν καθοριστική η συμβολή της στην οργάνωση και λειτουργία (2005-2015) διεθνούς μεταπτυχιακού προγράμματος στη διαχείριση των υδατικών πόρων και του περιβάλλοντος, με εξ αποστάσεως διδασκαλία στην Αγγλική γλώσσα μέσω πλατφόρμας e-learning.

Διετέλεσε διευθύντρια του Τομέα Υδατικών Πόρων και Περιβάλλοντος, όπως μετονομάστηκε από Τομέας Υδατικών Πόρων, Υδραυλικών και Θαλάσσιων Έργων κατά τη διάρκεια της θητείας της, τη διετία 2005-2007. Διετέλεσε επίσης διευθύντρια του Εργαστηρίου Υγειονομικής Τεχνολογίας (2009-2012).
Εκτός του Ιδρύματος, δραστηριοποιήθηκε ως εθνικός εκπρόσωπος της Ελλάδας στο πρόγραμμα EEC COST 681 Concerted Action Programme “Treatment and use of sewage sludge and liquid agricultural wastes” (1983-1990), μέλος του δικτύου αριστείας SedNet που συντονίζει ερευνητικές δραστηριότητες στον τομέα της διαχείρισης ρυπασμένων ιζημάτων (2004-2012) και μέλος της Ευρωπαϊκής επιτροπής DG SANCO “Working Party on Health and Environment” (2005-2010). Υπήρξε επίσης μέλος συνεργαζόμενου Εκπαιδευτικού Προσωπικού του Ελληνικού Ανοιχτού Πανεπιστημίου στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα “Περιβαλλοντικές Επιπτώσεις Έργων Υποδομής” (2001-2005). Παράλληλα, έχει συμμετάσχει σε μεγάλο αριθμό περιβαλλοντικών μελετών ως εξειδικευμένος τεχνικός σύμβουλος με χαρακτηριστικό παράδειγμα τα έργα αποχέτευσης και επεξεργασίας λυμάτων του λεκανοπεδίου Αττικής.



Επιμέλεια: Μαρίνα Πανταζίδου, Μάρτιος 2017.

Διαβάστε περισσότερα

Νικόλαος Κιτσίκης (1887-1978, Καθηγητής στο ΕΜΠ 1916-1945)

Γεννήθηκε στο Ναύπλιο και σπούδασε πολιτικός μηχανικός στο ΕΜΠ, απ’ όπου απεφοίτησε το 1907, πρώτος στην τάξη του. Πήρε την υποτροφία του Αβερωφείου κληροδοτήματος, κατόπιν διαγωνισμού και συνέχισε με σπουδές ειδίκευσης στη στατική και τις σιδηρές κατασκευές (1908-12) στη Γερμανία, στα Πολυτεχνεία (Technische Hochschulen) του Βερολίνου και της Δρέσδης, και στη Γαλλία, στην École Nationale des Ponts et Chaussées, στο Collège de France και στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης, στο Παρίσι. Στο τελευταίο παρακολούθησε μαθήματα φιλοσοφίας και μαθηματικών του μεγάλου γάλλου μαθηματικού Henri Poincaré. Παράλληλα με τις σπουδές του και μετά από αυτές εργάστηκε ως μηχανικός στη γερμανική εταιρεία Kammerrichwerke στο Βερολίνο (1911-1913). Tο 1913 επέστρεψε στην Ελλάδα εθελοντικά για να πάρει μέρος ως απλός στρατιώτης στην πρώτη γραμμή στους Βαλκανικούς πολέμους.

Υπήρξε Νομομηχανικός Πρεβέζης (1913-14) και στη συνέχεια Πρεμετής, κατόπιν τεχνικός σύμβουλος Γενικής Διοικήσεως Μακεδονίας, μηχανικός σιδηροδρόμων Θεσσαλίας (1914-15) και αρχιμηχανικός του Δήμου Παγασών Βόλου (1915-16).

Το 1916, σε ηλικία 29 ετών, εξελέγη μεταξύ τεσσάρων συνυποψηφίων του τακτικός καθηγητής Καθηγητής Εφηρμοσμένης Στατικής, Σιδηρών Γεφυρών και Έργων εκ Σιδηροπαγούς Σκυροδέματος του ΕΜΠ. Είναι ο δημιουργός του επιστημονικού κλάδου της στατικής, αλλά θα αναδειχθεί σε έντονα δυναμική προσωπικότητα και θα χαράξει την ιστορία του Πολυτεχνείου και του κλάδου των μηχανικών όσο κανείς άλλος.

Την περίοδο 1917-1920, επί Κυβέρνησης Ελευθερίου Βενιζέλου, διορίσθηκε Γενικός Διευθυντής Δημοσίων Έργων στο Υπουργείο Συγκοινωνίας (που είχε ιδρυθεί το 1914 αποσπώμενο από το Υπουργείο Εσωτερικών) με υπουργό τον (κατοπινό πρώτο πρωθυπουργό της Β Ελληνικής Δημοκρατίας) Αλέξανδρο Παπαναστασίου. Η περίοδος ήταν από τις λαμπρότερες για τον τεχνικό κλάδο και είχε χαρακτηριστικά αποκληθεί «Παπανάστασις», σε αναγνώριση του Παπαναστασίου ως προστάτη και ο αναμορφωτή του Πολυτεχνείου. Ως Γενικός Διευθυντής Δημοσίων Έργων ο Κιτσίκης είχε αποφασιστική συμβολή στη σύνταξη και ψήφιση του μεταρρυθμιστικού για το ΕΜΠ νόμου 980/1917, ο οποίος καθιέρωνε την πενταετή διάρκεια σπουδών στη Σχολή Πολιτικών Μηχανικών (ως τότε ήταν τετραετής), ίδρυε τις Σχολές Χημικών και Τοπογράφων Μηχανικών και οργάνωνε με ακαδημαϊκό τρόπο τη διοίκηση των Σχολών καθιερώνοντας το θεσμό των Κοσμητόρων, επικεφαλής των Σχολών, και της Συγκλήτου. Στην περίοδο αυτή ο Κιτσίκης επιχειρεί µια περισσότερο οργανική σύνδεση του Πολυτεχνείου µε το Υπουργείο Συγκοινωνίας, που τότε ήταν το εποπτεύον για το ΕΜΠ υπουργείο, όχι µόνο από τη σκοπιά της διοικητικής εποπτείας, αλλά και απ’ αυτήν της θεσμικής κατοχύρωσης ρόλου επιστημονικού συμβούλου στο ΕΜΠ για τον σχεδιασμό της πολιτικής του Υπουργείου. Έτσι, με τον νόμο 972α/1917 καθιερώθηκε η ex officio συμμετοχή των καθηγητών των Σχολών Πολιτικών Μηχανικών και Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ στο Συμβούλιο των Δημοσίων Έργων, το ύπατο συμβουλευτικό όργανο του Υπουργείου.

Παράλληλα, την περίοδο αυτή, ο Κιτσίκης βοήθησε στην μετάκληση στην Ελλάδα γνωστών Ελλήνων μηχανικών του εξωτερικού και συνέβαλε στην ανοικοδόμηση (μετά τη φωτιά) της Θεσσαλονίκης. Μετά την παραίτησή του από την Γενική Διεύθυνση Δημοσίων Έργων, υπήρξε τεχνικός διευθυντής της αγγλικής εταιρείας McAlpine (1921-28) που κατασκεύασε το λιμάνι του Ηρακλείου (και προς τιμήν του ανηγέρθη στο λιμάνι το άγαλμά του το 2003), τεχνικός σύμβουλος της αμερικανικής εταιρείας Foundation που μελέτησε τα αντιπλημμυρικά και αποξηραντικά έργα της πεδιάδας Θεσσαλονίκης, και επί οκταετία τεχνικός σύμβουλος του Οργανισμού Λιμένος Πειραιώς (1937-45).

Το 1928 ο Κιτσίκης θα εκλεγεί Κοσμήτορας της Σχολής Πολιτικών Μηχανικών και ως συγκλητικός, σε συνεργασία με τον τότε πρύτανη Δημήτριο Λαμπαδάριο (1928-1933) προερχόμενο από τη Σχολή Αγρονόμων-Τοπογράφων Μηχανικών, θα πρωτοστατήσει σε νέες μεταρρυθμίσεις για το ΕΜΠ. Τα αποτελέσματα εντατικών διαβουλεύσεων στη Σύγκλητο θα αποτυπωθούν με την ψήφιση του νόμου 3940/1929 που θεσπίζει το ΕΜΠ ως τεχνικό σύμβουλο του κράτους (είτε αφού ερωτηθεί είτε αυτεπαγγέλτως διά των επιστημόνων του) και καθιερώνει τους θεσμούς του Πρύτανη (μετονομάζοντας έτσι τον Διευθυντή), του Αντιπρύτανη (του αρχαιότερου των Κοσμητόρων) και των συλλογικών οργάνων διοίκησης —μεταξύ αυτών, των συλλόγων καθηγητών των επιμέρους Σχολών (με τη σημερινή ορολογία, των Γενικών Συνελεύσεων των Σχολών) που για πρώτη φορά καθιερώνονται, δίνοντας έτσι αυτόνομη υπόσταση στις Σχολές. Θα ακολουθήσει η ψήφιση του νόμου 5334/1932 που ολοκληρώνει το πλαίσιο διοίκησης του ΕΜΠ, καθορίζοντας μεταξύ άλλων ότι και ο Αντιπρύτανης εκλέγεται από τον σύλλογο των καθηγητών.

Αυτές οι αλλαγές, που διεύρυναν την αυτοτέλεια του ΕΜΠ και ενίσχυσαν το ακαδημαϊκό του προφίλ αλλά και τη δημοκρατική λειτουργία του, ανήκαν ουσιαστικά στο σώμα προτάσεων του Κιτσίκη. Όμως δύο από τις προτάσεις του αυτής της περιόδου δεν έγιναν αποδεκτές από το σώμα των καθηγητών και συνακόλουθα δεν νομοθετήθηκαν. Η πρώτη ήταν η μετονομασία του Πολυτεχνείου σε «Τεχνικό Πανεπιστήμιο» που απορρίφτηκε από την πλειοψηφία του Συλλόγου µε το σκεπτικό ότι η μετονομασία απεμπολεί ένα μεγάλο μέρος της παράδοσης που δημιούργησε η μακρόχρονη ύπαρξη του Πολυτεχνείου, την ίδια στιγμή που στην Ευρώπη και στην Αμερική πολλές τεχνικές σχολές πανεπιστημιακού επιπέδου συνεχίζουν να κρατούν στον τίτλο τους τη λέξη Πολυτεχνείο. Παρόλα αυτά, στον απόηχο αυτής της πρότασης η Αγγλική ονομασία του ΕΜΠ από το 1935 και μετά θα γίνει «National Technical University of Athens». Η δεύτερη πρόταση που συνάντησε αντιδράσεις ήταν η μεταβίβαση της αρμοδιότητας εποπτείας του ΕΜΠ από το Υπουργείο Συγκοινωνίας στο Υπουργείο Παιδείας µε βασικό επιχείρημα ότι έτσι θα ξεκαθάριζε ολοσχερώς το ζήτημα της ακαδημαϊκής φυσιογνωμίας του ιδρύματος. Ωστόσο, οι αντιρρήσεις αυτές θα καμφθούν το 1940 επί πρυτανείας Κιτσίκη και το Πολυτεχνείο θα υπαχθεί τελικά στο Υπουργείο Παιδείας.

Με το σύνταγμα του 1927 της Α Ελληνικής Δημοκρατίας καθιερώθηκε ο νεότευκτος θεσμός της Γερουσίας και ο Κιτσίκης εκλέγεται παμψηφεί γερουσιαστής του τεχνικού κόσμου, εκπροσωπώντας το ΕΜΠ και το νεότευκτο Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας (ΤΕΕ) για δύο τριετείς περιόδους (1929 και 1932, όπου τη δεύτερη περίοδο, μέχρι το 1935, ήταν και Αντιπρόεδρος του σώματος).

Το 1931 και πάλι το 1935 θα εκλεγεί με συντριπτική πλειοψηφία Πρόεδρος του ΤΕΕ. Η προεδρία του θα μείνει ιστορική και ο ίδιος θα εξελιχθεί σε εμβληματική ηγετική προσωπικότητα του τεχνικού κόσμου. Τις διαλέξεις για την ανάπτυξη της χώρας που οργάνωσε το 1931 ως Πρόεδρος του το ΤΕΕ στην Αρχαιολογική Εταιρεία με ομιλητές τον ίδιον και πάνω από 50 διαπρεπείς Έλληνες τεχνικούς και οικονομολόγους, παρακολουθούσε τακτικά ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος και το Υπουργικό Συμβούλιο. Εκδόθηκαν σε τόμο 2000 σελίδων, με τον γενικό τίτλο «Η οικονομική έρευνα των μεγάλων τεχνικών ζητημάτων», θέτοντας τις βάσεις για όλα τα μετέπειτα ελληνικά αναπτυξιακά προγράμματα.

Από το 1931 έγινε ο ιδρυτής και εκδότης των «Τεχνικών Χρονικών», συντελώντας με το μοναδικό αυτό τεχνικό περιοδικό στην προαγωγή των επιστημών μηχανικού στην Ελλάδα.

Το 1935, ύστερα από το αποτυχημένο κίνημα του Πλαστήρα, ο Κιτσίκης απολύθηκε από το Πολυτεχνείο και το Τεχνικό Επιμελητήριο και καταργήθηκε η Γερουσία. Επανήλθε όμως μετά από ένα εξάμηνο με την παμψηφεί επανεκλογή του στην καθηγητική έδρα.

Το 1936 αναγορεύθηκε doctor honoris causa του Πολυτεχνείου του Βερολίνου «για τις πολυάριθμες εξαίρετες επιστημονικές εργασίες του».

Από το 1937 μέχρι το 1945 θήτευσε στην κορυφή του ΕΜΠ, στην αρχή (1937-1939) ως αντιπρύτανης και εν συνεχεία (1939-1941 και 1943-1945) ως πρύτανης, ενώ μεσολάβησε η πρυτανική διετία 1941-1943 του Ι. Θεοφανόπουλου. Στην περίοδο της Μεταξικής δικτατορίας απειλήθηκε (από τον διαβόητο Μανιαδάκη) με εξορία, αλλά την απέφυγε χάρις στη παρέμβαση του προηγούμενου πρύτανη Κ. Γεωργικόπουλου. Στην περίοδο της κατοχής έλαβε μέρος στην εθνική αντίσταση, συνελήφθη και φυλακίστηκε δύο φορές, από τους Ιταλούς και ύστερα από τους Γερμανούς. Ωστόσο, κατάφερε τα οκτώ κρίσιμα χρόνια που ήταν στην κορυφή του ΕΜΠ να είναι χρόνια εξαιρετικής ακμής για το πολυτεχνείο, μολονότι ήταν χρόνια δικτατορίας και κατοχής.

Παρά το ανώμαλο των περιστάσεων, το ΕΜΠ παρέμεινε αλώβητο διατηρώντας την ανεξαρτησία και το κύρος του στον ύψιστο βαθμό. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι, εν μέσω κατοχής, το ΕΜΠ με την πρυτανεία Κιτσίκη και με αποφάσεις της Συγκλήτου, προχώρησε σε δύο σημαντικές νομοθετημένες μεταρρυθμίσεις. Με την πρώτη (νόμος 935/1943) προβλέφθηκε για τη Σχολή Πολιτικών Μηχανικών η δημιουργία δύο κατευθύνσεων (κλάδων) σπουδών μονοετούς διάρκειας: (α) Κατασκευαστών και Συγκοινωνιολόγων Μηχανικών και (β) Υδραυλικών Μηχανικών. Με τη δεύτερη (νόμος 1493/1944) ιδρυόταν, μεταξύ άλλων, η Σχολή Γενικών Εφηρμοσμένων Επιστημών, μεταπτυχιακού επιπέδου που θα χορηγούσε διδακτορικά διπλώματα στις φυσικομαθηματικές επιστήμες. Και οι δύο αυτές μεταρρυθμίσεις θα αναιρεθούν το 1946 με τον με την πραξη του Υπουργικού Συμβουλίου 295/1946. Θα περάσουν 34 χρόνια πριν επανιδρυθούν κατευθύνσεις στη Σχολή Πολιτικών Μηχανικών (1977) και 55 χρόνια πριν επανιδρυθεί η Σχολή Εφαρμοσμένων Μαθηματικών και Φυσικών Επιστημών (με το ΠΔ 202, 3-6 Σεπτ.1999 επί Πρυτανείας Θ. Ξανθόπουλου), αυτή τη φορά ως προπτυχιακή σχολή, και πριν ιδρυθούν μεταπτυχιακά προγράμματα δικαιώνοντας απόλυτα και στις δύο περιπτώσεις τον οραματιστή και πρωτοπόρο Κιτσίκη.

Το 1945 ο Κιτσίκης απολύθηκε από το ΕΜΠ (μαζί με τους Α. Παπαπέτρου, Ν. Κριτικό και Ι. Δεσποτόπουλο) με την κατηγορία της συμμετοχής ή υποκίνησης στην εξέγερση στο ΕΜΠ τον Δεκέμβριο του 1944. Πρόκειται για την κατάληψη των κτηρίων του ΕΜΠ στην Πατησίων στις 6 Δεκεμβρίου 1944 από τον σπουδαστικό λόχο του ΕΛΑΣ «Λόρδος Βύρων» με «καπετάνιο» τον σπουδαστή της Σχολής Μηχανολόγων-Ηλεκτρολόγων Γρηγόρη Φαράκο. Η κατάληψη θα κατασταλεί αυθημερόν από τα αγγλικά τεθωρακισμένα και το πεζικό μετά από μάχη που είχε αποτέλεσμα νεκρούς, τραυματίες και μεγάλες υλικές καταστροφές, ενώ θα ακολουθήσει η σύλληψη, ομηρεία και εκτέλεση από τον ΕΛΑΣ τριών καθηγητών του ΕΜΠ, των Ι. Θεοφανόπουλου, Γ. Σαρρόπουλου και Σ. Κορώνη.

Παρόλη την μετέπειτα απουσία του από το ΕΜΠ, το όραμά του Κιτσίκη θα παραμείνει ζωντανό και οι μη εκπληρωμένες ή καταργημένες προτάσεις του θα υλοποιηθούν στο σύνολό τους στο υπόλοιπο μισό του 20ού αιώνα. Ο ίδιος στη συνέχεια έγινε πρόεδρος του Ελληνοσοβιετικού Συνδέσμου (1945-49), ιδρυτής με τον Οικονομολόγο Δημήτριο Μπάτση του επιστημονικού περιοδικού «Ανταίος» (1945-51) και γενικός γραμματέας της Επιστημονικής Εταιρείας Νεοελληνικών Προβλημάτων με τον τίτλο «Επιστήμη-Ανοικοδόμηση» (ΕΠΑΝ). Εξελέγη βουλευτής της ΕΔΑ το 1956, το 1958, το 1961, το 1963 και το 1964 στην περιφέρεια Δήμου Αθηναίων. Στις δημοτικές εκλογές του 1964 στην Αθήνα κατέλαβε την πρώτη θέση αλλά λόγω του εκλογικού νόμου δήμαρχος εξελέγη ο Γ. Πλυτάς. Μετά το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου εξορίσθηκε στην Γυάρο. Τον Ιούλιο του 1978 κηδεύτηκε στο Πρώτο Νεκροταφείο της Αθήνας με δημόσια δαπάνη.

Έγραψε πολλές τεχνικές, οικονομικές, φιλοσοφικές και πολιτικές μελέτες, όπως: «Η θετικιστική θεωρία της γνώσεως κατά Ερνστ Μαχ», 1916, «Στατική» δύο τόμοι, 1937, «Φωτοδιαγνωστική της εντατικής καταστάσεως» 1938, «Η φιλοσοφία της νεώτερης φυσικής», 1947, «Η θύελλα της Κοινής Αγοράς», 1962.

 


Επιμέλεια: Δ. Κουτσογιάννης, Οκτώβριος 2016. Πηγές: (1) Ν. Κιτσίκης και Ε. Κοκκινόπουλος, “Το Εθνικόν Μετσόβιον Πολυτεχνείον”, Τεχνική Επετηρίς της Ελλάδος, ΤΕΕ, Αθήνα 1935, (2) Ι. Αντωνίου, “Οι Έλληνες Μηχανικοί – Θεσμοί και Ιδέες 1900-1940”, Βιβλιόραμα, 2006, (3) Βικιπαίδεια, (4) Αναδημοσιευμένο βιογραφικό σημείωμα του ίδιου (1964). Η εικόνα προέρχεται από πίνακα του Κωνσταντίνου Παρθένη.

Διαβάστε περισσότερα

Ευτύχιος Κοκκινόπουλος (1908 – 74, Καθηγητής στο ΕΜΠ 1945?-72)

Γεννήθηκε στην Ερμούπολη Σύρου. Σπούδασε Πολιτικός Μηχανικός στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (απόφοιτος 1929). Την περίοδο 1930-33 ήταν μηχανικός της τεχνικής εταιρείας “Δ. Καψαμπέλης και Σια”. Από το 1932 ήταν συντάκτης των Τεχνικών Χρονικών και των εκδόσεων του ΤΕΕ. Διετέλεσε επιμελητής του ΕΜΠ (1932-44) και υφηγητής (1944-45). Έγινε τακτικός καθηγητής το 1958 ενώ υπήρξε Διευθυντής του Εργαστηρίου Αντοχής των Υλικών (1955-59).

Το 1956, ανέλαβε την Έδρα Στατικής και ήταν Διευθυντής του αντίστοιχου Εργαστηρίου μέχρι το 1972. Το κρίσιμο για τη χώρα χρονικό διάστημα 1966-1970 (?) ήταν Πρύτανης του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου με αξιοσημείωτη δημοκρατική στάση. Χρημάτισε επίσης διευθυντής τεχνικών έργων του ιδρύματος (1954-58) και μέλος του συμβουλίου δημοσίων έργων. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Ελληνικής Επιστημονικής Εταιρείας Εδαφομηχανικής και Θεμελιώσεων (ΕΕΕΕΘ). Έγραψε τα συγγράμματα: Ύβωση λεπτών πλακών (1944), Πολλαπλώς αόριστα συστήματα (1946), Το μυστικό του φωτός (1955), Εισαγωγή στην ατομική φυσική (1957), Προβλήματα ελαστικότητας (1959), Προσεγγιστικός δυναμικός αντισεισμικός υπολογισμός πολυώροφων συστημάτων (1962), Πειραματικός προσδιορισμός έντασης και δεικτών αντισεισμικών κατασκευών (1963) κ.ά.

 

Ο Ευτύχιος Κοκκινόπουλος διδάσκει στατική στην αίθουσα 12 του ισογείου του κτηρίου Γκίνη
Ο Ευτύχιος Κοκκινόπουλος διδάσκει στατική στην αίθουσα 12 του ισογείου του κτηρίου Γκίνη


Επιμέλεια: Κώστας Τσακαλάκης & Δημήτρης Κουτσογιάννης, Νοέμβριος 2016, Πηγές: (1) Ν. Κιτσίκης και Ε. Κοκκινόπουλος, “Το Εθνικόν Μετσόβιον Πολυτεχνείον”, Τεχνική Επετηρίς της Ελλάδος, ΤΕΕ, Αθήνα 1935. (2) Dictionary of Greek. (3) Τεχνικά Χρονικά Μάρτιος 1970, Έκδοση ΤΕΕ.

Διαβάστε περισσότερα

Δημήτριος Λαμπαδάριος (1887-1950, Καθηγητής στο ΕΜΠ 1916-50)

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1887 όπου και ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές. Το 1910 έγινε διπλωματούχος πολιτικός μηχανικός ΕΜΠ. Εργάστηκε ως μηχανικός στην ανοικοδόμηση νέων κτηρίων. Επίσης διετέλεσε συνεργάτης του μηχανικού Schneider σε μελέτες και κατασκευές μεταλλικών και σιδηροπαγών έργων.
Κατά τα έτη 1913-1915 μετέβη ως υπότροφος του Αβερωφείου κληροδοτήματος του ΕΜΠ για μεταπτυχιακές σπουδές στο Πολυτεχνείο και Γεωδαιτικό Ινστιτούτο της Δρέσδης.
Κατά τη διετία 1915-1916 εργάστηκε στην Ομοσπονδιακή Τοπογραφική Υπηρεσία της Ελβετίας, ακολούθως στην χάραξη της σιδηροδρομικής γραμμής Surbthal της Βέρνης εργαζόμενος για το Υπουργείο σιδηροδρόμων της Ελβετίας και τέλος εργάστηκε και στο αστεροσκοπείο της Ζυρίχης. Το 1916 ήταν προϊστάμενος συνεργείων σχεδίου πόλεως Θεσσαλονίκης. Στο διάστημα 1916-18 εργάστηκε ως μηχανικός έργων, οικοδομικών, αρχιτεκτονικών και γεφυροποιίας. Από το 1918 τοποθετήθηκε προϊστάμενος τοπογραφικής υπηρεσίας Υπουργείου Συγκοινωνίας.
Το 1924 ήταν μόνιμος αντιπρόσωπος της Ελλάδος στη διεθνή επιτροπή μετρήσεως τόξου μεσημβρινού της Γης.

Το 1916 έγινε τακτικός καθηγητής γεωδαισίας στο ΕΜΠ. Την περίοδο 1928-1933 ήταν αρχικά Διευθυντής και εν συνεχεία ο Πρώτος Πρύτανις του ΕΜΠ. Τι 1928 ήταν πρόσεδρο μέλος και από το 1933 τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Το 1929 έγινε τακτικό μέλος του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου του Βερολίνου..


Επιμέλεια: Δ. Λιάτης & Δ. Κουτσογιάννης, Ιούνιος 2017, Πηγές: Ν. Κιτσίκης και Ε. Κοκκινόπουλος, “Το Εθνικόν Μετσόβιον Πολυτεχνείον”, Τεχνική Επετηρίς της Ελλάδος, ΤΕΕ, Αθήνα 1935.

Διαβάστε περισσότερα